Όλβιος όστις της
Ιστορίας έσχεν μάθησιν
Η Θεσσαλονίκη υπήρξε μία από τις πλέον σημαντικές πόλεις της Βυζαντινής
Αυτοκρατορίας σ’ όλη την διάρκειά της, τούτο δε έγινε πλέον σαφές κατά τον 14ο
αιώνα, αιώνα ο οποίος σημαδεύτηκε από ένα πολύ σημαντικό, τόσο για την ιστορία
της πόλης όσο και για την παγκόσμια ιστορία, κοινωνικο-πολιτικό γεγονός.
Ήδη από τις αρχές του 13ου αιώνα η Θεσσαλονίκη άκμαζε. Το εμπόριο και η
ναυτιλία ελέγχονταν πλέον από την Γένοβα και την Βενετία, γεγονός που είχε
αρνητικό αντίκτυπο για την Κωνσταντινούπολη ως κέντρο διαμετακομιστικού
εμπορίου. Η Θεσσαλονίκη, όμως, που ούτως ή άλλως ήταν η δεύτερη σε μέγεθος
πολιτεία του Βυζαντίου, ευρισκόμενη στο σταυροδρόμι των εμπορικών δρόμων της
τότε εποχής ευνοήθηκε από την αλλαγή αυτή. Η απώλεια για την Βυζαντινή
αυτοκρατορία της Συρίας και της Αιγύπτου ήταν ένας επιπρόσθετος λόγος της
εμπορικής και βιοτεχνικής της άνθησης.
Οι Βυζαντινές πηγές την χαρακτηρίζουν "πολυανδρούσαν",
"πολυάνθρωπον", "ευανδρούσαν". Ο πληθυσμός της, σύμφωνα με
τους Βυζαντινούς χρονογράφους, τον 10ο αιώνα έφτανε τις διακόσιες χιλιάδες.
Αργότερα, όμως, θα πρέπει να ήταν πολύ λιγότερος. Η πλειοψηφία των κατοίκων
ήταν Έλληνες (Ρωμαίοι). Υπήρχαν και ξένοι: Σλάβοι, Βλάχοι, Γασμούλοι (Ελληνόφραγκοι),
Αρμένιοι και Εβραίοι. Από πολύ παλιά είχε ένα ιδιότυπο καθεστώς. Ήταν δηλαδή
αυτόνομη πολιτεία. Είχε δικό της σύνταγμα και δική της σημαία, σύμβολο της
αυτονομίας της. Επίσης ίσχυαν οι τοπικοί νόμοι (τα ψηφίσματα της γερουσίας και
του δήμου), καθώς και ο νόμος των αποικιών, που ήταν το δίκαιο των περιοίκων
(των ξένων και των γύρω αγροτών), γιατί η Θεσσαλονίκη ήλεγχε μεγάλη περιοχή.
Μάλιστα για 25 περίπου χρόνια (1222-1246) είχε γίνει η πρωτεύουσα του
Ελληνικού κράτους, που σχηματίσθηκε στην Μακεδονία με σύνορα που έφταναν ως την
Αδριατική, την Θεσσαλία και την Θράκη (Αδριανούπολη).
Η άφρων πολιτική των
βυζαντινών αυτοκρατόρων και των παρατρεχάμενων της αυτοκρατορικής
νομενκλατούρας έφεραν τελικά τους γειτονικούς λαούς στα εδάφη της πάλαι ποτέ
κραταιάς Αυτοκρατορίας. Η συστηματική οικονομική, κοινωνική και ψυχολογική
αποψίλωση της περιφέρειας, με τα φοροτσουνάμι, τις επιδρομές ανελέητων
φοροεισπρακτόρων, τις δημεύσεις περιουσιών και τις φυλακίσεις λόγω χρεών,
συνήθως προς τοκογλύφους, έφεραν σε απόγνωση ευρέα κοινωνικά στρώματα της
περιφέρειας και ολόκληροι πληθυσμοί στράφηκαν στους Οθωμανούς, οι οποίοι
υπόσχονταν απόσβεση των χρεών υπό τον όρο της αποδοχής της Μουσουλμανικής
θρησκείας και του εξισλαμισμού τους.
(Πηγή εικόνας: http://sfrang.com)
|
Η Λατινοκρατία επίσης υπέσκαψε σε μεγάλο βαθμό τα θεμέλια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Στην εικόνα σκηνή μάχης από Γαλλικό χειρόγραφο της εποχής. (Πηγή: Παπαγιαννόπουλος Α. Ιστορία της Θεσσαλονίκης, εκδ. Ρέκος) |
Όπως και στις άλλες πόλεις υπήρχαν και στην Θεσσαλονίκη οι ελεύθεροι, οι
δουλοπάροικοι και οι δούλοι. Οι ελεύθεροι χωρίζονταν σε δύο μεγάλες τάξεις,
στους δυνατούς (ευγενείς, φεουδάρχες, ανώτερους κληρικούς, ηγούμενους κ.λπ.)
και στο κοινόν (τις λαϊκές μάζες)1. Ανάμεσα σ' αυτές τις δύο τάξεις
βρίσκονταν οι μέσοι (αστοί). Δεδομένου ότι η Θεσσαλονίκη είχε μεγάλη
εμποριοβιοτεχνική ανάπτυξη οι μέσοι έπαιζαν σημαντικό ρόλο στην οικονομική και
πολιτική ζωή της πόλεως. Οι μεγαλοβιοτέχνες, οι μεγαλέμποροι και οι
μεγαλοκαραβοκύρηδες, πάντως, ήταν πιο κοντά στους αριστοκράτες και
συνεργάζονταν μαζί τους. Αγόραζαν, μάλιστα, τίτλους και αξιώματα και γίνονταν
κι αυτοί από την μια μέρα στην άλλη αριστοκράτες.
Ο κλήρος ήταν πάντα με το μέρος των δυνατών. Τόσο οι ανώτεροι κληρικοί,
όσο και οι καλόγεροι είχαν τσιφλίκια και μεγάλες περιουσίες. Φόρους, φυσικά,
δεν πλήρωναν. Εκτός από τους δουλοπάροικους που χρησιμοποιούσαν για να τους
καλλιεργούν τα απέραντα αμπελοχώραφά τους, είχαν και πολλούς δούλους. Ακόμα και
η εκκλησία του Αγίου Δημητρίου είχε δούλους, τους οποίους ονόμαζαν "αγιόδουλους".
Ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Γρηγόριος Παλαμάς. Υψηλής μορφώσεως ηγήθηκε των «ησυχαστών» απέναντι στους οπαδούς, και σφοδρούς αντιπάλους των ησυχαστών, του Καλαβρού μοναχού Βαρλαάμ, επίσης υψηλής μορφώσεως. Με τους ησυχαστές συντάχθηκαν οι εύποροι, ενώ με τον Βαρλαάμ τα λαϊκά στρώματα. Η θρησκευτική έριδα πήρε ευρύτατες διαστάσεις και είχε ως «παράπλευρη απώλεια» τον αυτοκράτορα Ανδρόνικο Γ΄ όταν αυτός προσπάθησε να μπει ανάμεσα στα αντιμαχόμενα στρατόπεδα. Ο Παλαμάς χειροτονήθηκε μητροπολίτης Θεσσαλονίκης το 1347, αλλά δεν έγινε δεκτός από τους επαναστατημένους Θεσσαλονικείς. Ανέλαβε τον μητροπολιτικό θρόνο το 1349 μετά την πτώση των Ζηλωτών. (Πηγή Παπαγιαννόπουλος Α. Ιστορία της Θεσσαλονίκης, εκδ. Ρέκος). |
Οι καλλιεργητές της γης στα χρόνια του 14ου αιώνα εθεωρούντο εξάρτημά της. Ήταν «μισοελεύθεροι» με ελάχιστα δικαιώματα. (Πηγή: Παπαγιαννόπουλος Α. Ιστορία της Θεσσαλονίκης, εκδ. Ρέκος). |
Στην ίδια θέση με τους καλλιεργητές της γης βρίσκονταν και οι εργάτες και οι τεχνίτες της πόλεως. Στην εικόνα χαλκουργός και η γυναίκα του εργαζόμενοι. (Πηγή: Παπαγιαννόπουλος Α. Ιστορία της Θεσσαλονίκης, εκδ. Ρέκος). |
Στην Θεσσαλονίκη, όμως, περισσότερο από τις άλλες πόλεις φυσούσε
δημοκρατικός άνεμος. Οι έμποροι και οι ναυτικοί μαζί με τα εμπορεύματα από την
Ιταλία μεταφέρανε και τις δημοκρατικές ιδέες των Ιταλικών πόλεων. Ακόμη, δεν
θα πρέπει να ξεχνάμε, ότι οι δήμοι, που ήταν χωρισμένοι σε συντεχνίες - σωματεία,
είχανε το δικαίωμα να οπλοφορούν και ότι η Θεσσαλονίκη είχε δικό της στρατό
και ναυτικό από ντόπιους ελεύθερους πολίτες. Λαός που πεινάει και είναι οπλισμένος
ασφαλώς δεν είναι ό,τι το καλύτερο για τους εκμεταλλευτές του. Αυτοί, όμως,
τυφλωμένοι από το πάθος τους για ισχύ και πλούτο δεν έβλεπαν το κακό που έρχονταν
κατά πάνω τους και συνέχιζαν τον χαβά τους.
Οι εμφύλιοι
πόλεμοι ήταν σύνηθες φαινόμενο στο Βυζάντιο ακόμη και ως τα τελευταία χρόνια
της ζωής του. Συχνά οι αντιμαχόμενοι καλούσαν σε βοήθεια τους γειτονικούς
λαούς. Τον 14ο αιώνα με τις ενέργειες του Καντακουζηνού οι Τούρκοι εδραίωσαν
την παρουσία τους στην Βαλκανική. Στην εικόνα, τμήμα από βυζαντινό χειρόγραφο
με απεικόνιση μάχης. (Πηγή: Παπαγιαννόπουλος Α. Ιστορία της Θεσσαλονίκης, εκδ.
Ρέκος).
|
Ο Ιωάννης ΣΤ΄ Καντακουζηνός, ως αυτοκράτορας και ως μοναχός. Όταν πέθανε, το 1341, ο αυτοκράτορας Ανδρόνικος Γ΄, ο διάδοχος του θρόνου Ιωάννης Ε΄ Παλαιολόγος ήταν ανήλικος και επιτροπεύονταν από την μητέρα του Άννα της Σαβοϊας, σύζυγο του Ανδρόνικου Γ΄. Ο Καντακουζηνός με την βοήθεια και την ενίσχυση των οικονομικά ισχυρών προσπάθησε να αναρριχηθεί στον θρόνο. Ο λαός της Θεσσαλονίκης ξεσηκώθηκε εναντίον του σφετεριστή του θρόνου και εκπροσώπου της οικονομικής ολιγαρχίας και υπό την ηγεσία των Ζηλωτών εγκαθίδρυσε καθεστώς λαϊκής δημοκρατίας στην Θεσσαλονίκη. (Πηγή: Παπαγιαννόπουλος Α. Ιστορία της Θεσσαλονίκης, εκδ. Ρέκος). |
Και ο νόμιμος αυτοκράτορας τι έπραξε μπροστά σ’ αυτήν την πρόκληση, την
Επανάσταση των Θεσσαλονικέων; Ό,τι κάθε λογικός άνθρωπος. Ο Ιωάννης Ε’
Παλαιολόγος ανέχτηκε τους ενοχλητικούς και επικίνδυνους Θεσσαλονικείς αφού ήταν
σύμμαχοι του ενάντια στον Καντακουζηνό. Εάν έπεφτε η Θεσσαλονίκη στα χέρια του
Καντακουζηνού, τότε αυτός θα επικρατούσε πολύ εύκολα. Ο αυτοκράτορας περίμενε
του καιρού τα γυρίσματα για να μπορέσει κάποια στιγμή να απαλλαγεί από τους
επαναστάτες, πριν η επανάσταση ξαπλωθεί και σ’ άλλες πόλεις της αυτοκρατορίας
και τότε τα πράγματα θα ήταν δύσκολα και για τον ίδιο. Ενίσχυσε, λοιπόν, σε
πολλές περιπτώσεις την πόλη με στρατό και εφόδια. Από την άλλη μεριά οι
επαναστάτες έδειξαν νομιμοφροσύνη στον αυτοκράτορα. Δέχτηκαν τον αυτοκρατορικό
έπαρχο2 και υπάκουσαν στα διατάγματα του αυτοκράτορα3.
Αυτό το περίεργο μείγμα επαναστατικότητας και νομιμοφροσύνης χαρακτηρίζει την
επανάσταση των Ζηλωτών σ’ όλη την διάρκεια της.
Ο Μανουήλ
Παλαιολόγος, δευτερότοκος γιος του αυτοκράτορα Ιωάννη Ε΄, υπήρξε ένας από τους
πιο δραστήριους δεσπότες - διοικητές της Θεσσαλονίκης. Προσπάθησε να ενώσει
τους βαλκανικούς λαούς εναντίον των Τούρκων, κι όταν απέτυχε διέφυγε στην
Προύσα. Όταν πέθανε ο πατέρας του στέφθηκε αυτοκράτορας αναλαμβάνοντας τα ηνία
μιας αυτοκρατορίας που ήδη ψυχορραγούσε. (Πηγή: Παπαγιαννόπουλος Α. Ιστορία της
Θεσσαλονίκης, εκδ. Ρέκος).
|
Η στρατηγικής σημασίας θέση
της Θεσσαλονίκης την έκανε στόχο πολλών επιθέσεων
|
Επιδρομή των Βουλγάρων υπό τον στρατηγό Αλουσιάνο εναντίον της Θεσσαλονίκης αποκρούεται από τους υπερασπιστές της. Τον 10ο και 11ο αιώνα η Θεσσαλονίκη δοκιμάστηκε ιδιαίτερα από τις αλλεπάλληλες επιδρομές των Βουλγάρων. (Πηγή: Παπαγιαννόπουλος Α. Ιστορία της Θεσσαλονίκης, εκδ. Ρέκος). |
Το ιππικό της πόλης εκδιώκει τους εχθρούς της (μικρογραφία του 11ου αιώνα σε κώδικα της Πατριαρχικής Βιβλιοθήκης των Ιεροσολύμων). Πηγή: Παπαγιαννόπουλος Α. Ιστορία της Θεσσαλονίκης, εκδ. Ρέκος |
Μετά την αποχώρηση των Τούρκων και του Καντακουζηνού, οι Ζηλωτές σήκωσαν και
πάλι κεφάλι. Ζήτησαν να παραμείνει η Θεσσαλονίκη πόλη δημοκρατική. Ο
Καντακουζηνός, όταν το πληροφορήθηκε, ξαναέστειλε στρατό στην Θεσσαλονίκη. Οι Ζηλωτές
μάχονται για τελευταία φορά. Πολεμούν για την ελευθερία τους και την
αξιοπρέπειά τους, για το δικαίωμα να ζουν σαν άνθρωποι και όχι σαν ανδράποδα.
Το αίμα κυλάει ποτάμι στους δρόμους της Θεσσαλονίκης. Οι Ζηλωτές για μέρες
σφάζονταν σαν αρνιά. Ώσπου δεν έμεινε κανένας ζωντανός για ν’ αντισταθεί8.
Eκτελέσεις και
βασανιστήρια των Παυλικιανών (μικρογραφία από την χρονογραφία του Ιωάννη
Σκυλίτζη). Χωρίς αμφιβολία ανάλογες σκηνές διαδραματίστηκαν και
κατά την πτώση των Ζηλωτών.(Πηγή: www.freeinquiry.gr).
|
Η επανάσταση έσβησε. Από τα βάθη, όμως, των αιώνων οι Θεσσαλονικείς
στέλνουν ένα διαχρονικό μήνυμα σε όλους τους λαούς του κόσμου. Οι λαοί δεν
έχουν ανάγκη από «πεφωτισμένους», «ευπατρίδες» και κάθε λογής «συνετούς»
ασύνετους. Οι λαοί μπορούν να κάνουν πέρα τους εκμεταλλευτές τους, όλο αυτό το
σμάρι το κηφηναριό, όλα αυτά τα παράσιτα που του ρουφούν το αίμα και τον
οδηγούν ασύστολα και ξεδιάντροπα στην εξαθλίωση.
. Οι λαοί μπορούν να κυβερνηθούν μόνοι τους. Και μπορούν να τα καταφέρουν
πολύ καλά. Αρκεί να καταλάβουν ότι έχουν την δύναμη να κάνουν κάτι τέτοιο. Και
να πάρουν τις τύχες τους στα χέρια τους.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Τις λαϊκές
μάζες οι Βυζαντινοί συγγραφείς τις αποκαλούν: πένητας, ελάσσους, συρφετώδη
όχλον, αγενείς, ασύνετον γένος και άλλα τέτοια κοσμητικά. Οι ευγενείς
τιτλοφορούνται ως άριστοι, ευπαίδευτοι, εύποροι, έκκριτον γένος, ευπατρίδαι,
συνετοί...
2.
Την
πραγματική εξουσία ασκούσε ο εκάστοτε αρχηγός των Ζηλωτών. Ο εκπρόσωπος του
αυτοκράτορα έρχονταν σε δεύτερη μοίρα. Την ίδια εποχή που έγινε το
Κίνημα των Ζηλωτών στην Θεσσαλονίκη, στην Γένοβα της Ιταλίας ο Simone Boccanegra επικεφαλής του λαού ανέτρεψε τους φεουδάρχες και
εγκατέστησε στην πόλη λαϊκή κυβέρνηση (κομμούνα). Η Θεσσαλονίκη και η Γένοβα
είχαν στενές εμπορικές σχέσεις.
3.
Με εξαίρεση
την περίοδο 1347-1349, μετά την συμφιλίωση δηλαδή του Παλαιολόγου με τον
Καντακουζηνό. Οι Ζηλωτές αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν τον Καντακουζηνό, θεωρώντας δε
ότι η κεντρική διοίκηση είχε πέσει στα χέρια του Καντακουζηνού, έπαψαν πλέον να
υπακούουν στα διατάγματα του αυτοκράτορα, τα οποία καίγονταν στις πλατείες της
πόλεως. Παρά ταύτα δέχτηκαν τον νέο αυτοκρατορικό επίτροπο.
4.
Οι Ζηλωτές
σεβάστηκαν την ελευθερία του λόγου. Και τις πιο κρίσιμες στιγμές ο καθένας
μπορούσε να πει την γνώμη του στις λαϊκές συνελεύσεις, ακόμα και εάν αυτή ήταν
επικριτική για το καθεστώς.
5.
Το 1345,
τρίτο χρόνο της Επανάστασης, το καθεστώς
αντιμετώπισε μία ευρείας εκτάσεως συνωμοσία, στην οποία εκτός από τους
ευγενείς και τον Καντακουζηνό συμμετείχε και ο ίδιος ο αυτοκρατορικός επίτροπος
Ιωάννης Απόκαυκος. Τα σχέδια των συνωμοτών χάλασαν ο Ανδρέας Παλαιολόγος και ο
Γεώργιος Κοκκαλάς, ηγετικά στελέχη των Ζηλωτών, οι οποίοι είχαν μείνει ακέφαλοι
μετά την δολοφονία του αρχηγού τους Μιχαήλ Παλαιολόγου από τον Απόκαυκο. (Οι
Παλαιολόγοι της Θεσσαλονίκης και οι Παλαιολόγοι της αυτοκρατορικής οικογένειας δεν
φαίνεται να συνδέονταν με συγγενική σχέση. Πιθανώτατα επρόκειτο περί συνωνυμίας).
Ο Ανδρέας Παλαιολόγος, ο οποίος στο μεταξύ είχε γίνει αρχηγός των Ζηλωτών στην
θέση του δολοφονημένου Μιχαήλ Παλαιολόγου, μπόρεσε και ανασύνταξε τις λαϊκές
δυνάμεις, οι οποίες τα είχαν χαμένα βλέποντας τα περίεργα καμώματα του
αυτοκρατορικού επιτρόπου που υποτίθεται ήταν σύμμαχός τους. Απώτερος στόχος του
Απόκαυκου ήταν να παραδώσει την πόλη στον Καντακουζηνό, προχωρούσε όμως με πολύ
προσεκτικά βήματα παραπλανώντας τον λαό και συσκοτίζοντας τους πραγματικούς του
στόχους, που ήταν το πνίξιμο της επανάστασης. Ήξερε πως εάν οι Ζηλωτές
ξεσήκωναν τον λαό θα τα είχε σκούρα. Στην διάρκεια της μεσοβασιλείας του πολλά
στελέχη των Ζηλωτών συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν αλυσοδεμένοι στον Πλαταμώνα,
ενώ άλλοι δολοφονήθηκαν. Ο Απόκαυκος δικαιολογήθηκε πως οι ενέργειες του αποβλέπουν
στο να στεριώσουν το λαϊκό καθεστώς και σκοπός του ήταν να τιμωρήσει εκείνους
που δεν αναγνώριζαν την εξουσία της κεντρικής κυβέρνησης. Ο Κοκκαλάς, ο οποίος
μαζί με τον Ανδρέα Παλαιολόγο είχαν καταλάβει τα σχέδια του Απόκαυκου, του
παρίστανε τον φίλο και με διάφορα προσχήματα τον απέτρεψε αρκετές φορές να
κινηθεί ανοικτά εναντίον της επανάστασης. Όταν τελικά εκδηλώθηκε το κίνημα των
ευγενών ήταν πολύ αργά. Ο λαός είχε ήδη καλά οργανωθεί και το πραξικόπημα
απέτυχε. Ο ίδιος ο Απόκαυκος με κάμποσους ευγενείς ρίχτηκαν στις φυλακές της
ακρόπολης. Και εκεί όμως δεν κάθησαν ήσυχοι. Συνέχισαν να συνωμοτούν και να
έρχονται σε συννενοήσεις με τον Καντακουζηνό. Όταν έγινε γνωστό αυτό,
αγανακτισμένος ο λαός πολιόρκησε την φυλακή και απαίτησε από την φρουρά να παραδώσει
σ’ αυτούς τον Απόκαυκο και τους άλλους φυλακισμένους ευγενείς. Επακολούθησε σφαγή,
την οποία μάταια προσπάθησαν να σταματήσουν ο Κοκκαλάς με τον Παλαιολόγο. Οι
βιαιοπραγίες στην συνέχεια επεκτάθηκαν στην αριστοκρατική συνοικία. Με αφορμή
αυτά τα γεγονότα οι Ζηλωτές κατηγορήθηκαν για τρομοκρατία. Οι Ζηλωτές όμως δεν
ήταν αιμοσταγείς δολοφόνοι. Εάν ήθελαν να εξοντώσουν τους κινηματίες θα το
έκαναν αμέσως μετά την σύλληψη τους και δεν θα τους έριχναν στην φυλακή.
Πρόθεση προφανώς του Ανδρέα Παλαιολόγου ήταν να τους περάσει από δίκη. Λαμβανομένου
δε υπ’ όψιν ότι ο κυριώτερος κατηγορούμενος ήταν ο εκπρόσωπος του αυτοκράτορα,
λογικά οι αντεπαναστάτες θα καταδικάζονταν σε μια βαριά ποινή και οι ευγενείς
θα έβλεπαν τις περιουσίες τους να δημεύονται. Αυτοί όμως προτίμησαν να
συνεχίσουν να συνωμοτούν για την ανατροπή του καθεστώτος. Ίσως γιατί τα
μηνύματα από τον Καντακουζηνό, που δεν είχε να χάσει τίποτα, ήταν ενθαρρυντικά,
ίσως γιατί ανάμεσα τους βρίσκονταν ο αυτοκρατορικός επίτροπος, την ζωή του
οποίου πίστευαν ότι θα σέβονταν οι Ζηλωτές και κοντά σ’ αυτόν ίσως γλύτωναν και
την δικιά τους ζωή. Έτσι μάλλον θα πρέπει να εξηγήσουμε την προκλητική τους
στάση. Οι υποστηρικτές του καθεστώτος, οι οποίοι μόλις είχαν καταστείλει μία
ύπουλη και καλοδουλεμένη συνωμοσία, αντέδρασαν με τον τρόπο που αντιδρά ο
καθένας που βλέπει να κινδυνεύει το κεφάλι του. Ανάμεσα στα κεφάλια τα δικά
τους και στα κεφάλια των αντιπάλων τους προτίμησαν να κρατήσουν τα δικά τους
στην θέση τους. Εάν έπρατταν κάτι διαφορετικό αυτό σίγουρα θα ήταν περίεργο και
θα έβαζε σε σκέψεις.
Οι Θεσσαλονικείς διακρίνονταν για την ευσέβεια και για την πίστη τους. Με το ίδιο, όμως, πάθος διεκδικούσαν και τα επίγεια δικαιώματά τους. (Πηγή: Παπαγιαννόπουλος Α. Ιστορία της Θεσσαλονίκης, εκδ. Ρέκος) |
6.
Οι
καταστροφές που έκαναν οι Σέρβοι, κυρίως όμως οι Τούρκοι, ήταν πολύ μεγάλες. Ο
Ουμούρ-μπεης, τον οποίο με δώρα και πολλά ανταλλάγματα είχε κάνει σύμμαχό του ο
Καντακουζηνός, όταν είδε ότι δεν πέφτει το κάστρο της Θεσσαλονίκης, την οποία
είχε πολιορκήσει για λογαριασμό του Καντακουζηνού, έβγαλε το άχτι του στην γύρω
από την πόλη αγροτική περιοχή. Σκότωσε, παλούκωσε, κρέμασε, έγδυσε και διαγούμισε
όλα τα χωριά. Όσους άφησε ζωντανούς τους πήρε μαζί του για να τους πουλήσει στα
σκλαβοπάζαρα της Ανατολής. Η κτηνοτροφία καταστράφηκε, τα αγροτόσπιτα κάηκαν,
τα γεωργικά εργαλεία χάθηκαν, η γη ξεχερσώθηκε. Η έλλειψη τροφίμων έγινε
αισθητή στην Θεσσαλονίκη και τον λαό τον θέριζε η πείνα. Για χρόνια, γράφει ο
Γρηγοράς, δεν έγινε καμμία καλλιέργεια: «… καντεύθεν ασπόρου τε καταλελειμένης
της γης και ανθρώπων ερήμου παντάπασι και το όλον ειπείν θηριώδες …» (Γρηγοράς,
τ. ΙΙ, σ. 747-748). Στην συνέχεια ο Ουμούρμπεης εισέβαλε στην Θράκη όπου και
εκεί έκανε σφαγές. Ο Καντακουζηνός γράφει ότι, εκτός από τις πόλεις, στην
ύπαιθρο δεν είχαν μείνει πλέον κάτοικοι (τ. ΙΙ, σ. 476). Βέβαια ο Καντακουζηνός
καλό θα ήταν, αντί να μετράει πόσοι έμειναν ζωντανοί και πόσοι σφαχτήκανε από
τους φίλους του τους Τούρκους, να βοηθούσε τους δόλιους τους χωρικούς. Έτσι,
όμως, θα χαλούσε τα κέφια του φίλου του Ουμούρμπεη, χώρια που οι χωριάτες ήτανε
όχι μόνον πλέμπα, αλλά και δυνητικά «συνοδοιπόροι» των Ζηλωτών. Πριν φύγει για
την Μ. Ασία ο Ουμούρμπεης άφησε στον Καντακουζηνό 6.000 στρατό.
Με την βοήθεια του προστάτη Άγιου της πόλης οι
Θεσσαλονικείς αποκρούουν εχθρική επίθεση
|
7.
Η πράξη
αυτή του Καντακουζηνού προξένησε αηδία ακόμη και ανάμεσα στους υποστηρικτές
του.
8.
Ήταν το
δεύτερο λουτρό αίματος για την Θεσσαλονίκη, μετά την σφαγή χιλιάδων
Θεσσαλονικέων Εθνικών στον Ιππόδρομο με διαταγή του αυτοκράτορα Θεοδοσίου του
Α΄, του και «Μεγάλου» ονομαζόμενου.
Η παραπάνω αφήγηση κύρια στηρίχθηκε στα αντίστοιχα κεφάλαια του βιβλίου του Γιάννη Κορδάτου Ακμή και Παρακμή του Βυζαντίου, Δ΄ Έκδοση, εκδ. Μπουκουμάνη , 1974, Αθήνα.
Πρόσθετες πηγές:
Παπαγιαννόπουλος
Απόστολος. Ιστορία της Θεσσαλονίκης, Β΄ Έκδοση, εκδ. Ρέκος Ε.Π.Ε., 1995,
Θεσσαλονίκη: 148-152.
Καραδήμας
Ευάγγελος. Η Επανάσταση των Ζηλωτών στη Θεσσαλονίκη (1342-1349), Στρατιωτική
Επιθεώρηση, Σεπτ. - Οκτ. 2005: 102-131.
Κωτσιόπουλος
Κωνσταντίνος. Το Κίνημα των Ζηλωτών στη Θεσσαλονίκη (1342-1349). Ιστορική,
Θεολογική και Κοινωνική διερεύνηση. Ελληνικό Κολλέγιο Θεσσαλονίκης 1997.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου