Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 2014

Θρησκεία και θρησκευτικότητα. Πηγές θρησκευτικού συναισθήματος.

                            (Πηγή εικόνας:eagainst.com
    «Ήταν κάποτε ένας καιρός που η ζωή των ανθρώπων ήταν άταχτη και θηριώδης, υπηρετούσε την δύναμη του ισχυρότερου και δεν υπήρχε αμοιβή του καλού ή τιμωρία του κακού. Με το κύλισμα του χρόνου, οι άνθρωποι έβαλαν Νόμους να τιμωρούν το κακό κι έτσι η Δίκη εξουσιάζει την Ύβρη. Αλλά οι άνθρωποι με τον εκβιασμό των Νόμων, δεν αμάρταναν φανερά, κρυφά όμως παρανομούσαν. Γι' αυτό κάποιος σοφός και έμπειρος άντρας ανακάλυψε τους θεούς για να φοβούνται οι κακοί όταν κρυφά κάνουν ή λένε ή σκέπτονται κάτι. Απ' αυτήν την σύλληψη ξεκινώντας ο σοφός αυτός εισηγήθηκε πως ο θεός ήταν ένας δαίμονας παντεπόπτης και παντογνώστης όχι μόνο των έργων αλλά και των σκέψεων των ανθρώπων. Είπε ακόμα πως ο θεός κατοικεί κοντά τους και πως δείγματα της παρουσίας του είναι τα μετεωρολογικά φαινόμενα...Και έτσι, «ψεύδει καλύψας την αλήθειαν λόγω... έπεισεν τους θνητούς νομίζειν δαιμόνων είναι γένος» (Diels II Kritias Β 25).
    Μ’ αυτόν τον τρόπο εξηγεί την γένεση των θεών ο Κριτίας, πολιτικός και φιλόσοφος του 5ου αιώνα (460-403). Επινόηση, λοιπόν, των ανθρώπων οι θεοί, προκειμένου να διατηρηθεί η κοινωνική συνοχή και να επιτευχθεί η εύρυθμη λειτουργία της κοινωνίας.

                                (Πηγή εικόνας:e-didaskalia.blogspot.gr) 
   Η θρησκεία διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στις κοινωνικές εξελίξεις. Επόμενο ήταν να παραμένει ένα διαχρονικό αντικείμενο μελέτης και ανάλυσης στοχαστών, διανοούμενων, φιλοσόφων, επιστημόνων και επιστημολόγων. Πριν παραθέσουμε τα όσα κατά καιρούς είπαν οι σημαντικότεροι εξ αυτών, ή εν πάση περιπτώσει τα όσα μπορέσαμε να σταχυολογήσουμε, θα δώσουμε κάποιους ορισμούς των εννοιών που θα μας απασχολήσουν στο άρθρο αυτό και θα περιγράψουμε τα χαρακτηριστικότερά τους στοιχεία.
  Ως θρησκεία θα μπορούσε να ορισθεί ένα κοινωνικό σύστημα δοξασιών, του οποίου τα μέλη ομολογούν πίστη σε ωρισμένες υπερφυσικές δυνάμεις, οι οποίες καθορίζουν την ορθή συμπεριφορά τους, καθώς και η τυποποιημένη λατρεία σ’ αυτές.
          Η θρησκεία:
1.     Έχει αυστηρώς δικά της δόγματα, μυστήρια, τυπικές τελετουργίες.
2.  Έχει δικούς της πιστούς (με ταυτότητα, φανατισμό και μισαλλοδοξία).
3.    Θεωρεί πως αυτή κατέχει την απόλυτη και μοναδική (οντολογική και ηθική) αλήθεια για τον Θεό και την σωτηρία των ανθρώπων σε μία μεταθανάτια ζωή (της αθάνατης ψυχής), αφού τους αγίασε με την θεία χάρη των μυστηρίων.
4.  Οικειοποιείται αυτοβούλως τον χώρο της ηθικής (που δεν της ανήκει) ως «θεοκεντρική» ηθική, ενώ απορρίπτει την ανθρωποκεντρική και κοινωνική ηθική.
5.    Χρησιμοποιεί προπαγάνδα συναισθηματική (και όχι ορθολογική) για να πείσει τους οπαδούς της ότι είναι η Αλήθεια: οι δεισιδαίμονες μεταφυσικές δοξασίες της, τα σοφίσματα της και τα προσωπικά βιώματα των πιστών της που πηγάζουν από την υποβολή που ασκεί επάνω τους, δημιουργώντας τους μία συναισθηματική προσκόληση με φαντασιώσεις (οράματα και θαύματα), που τις προβάλλει ως «βιωματική γνώση».
6.  Ασκεί ψυχικό εξαναγκασμό στους πιστούς να εγκολπώνονται τις «θεόπνευστες γραφές» (Βέδες, Πουράνα, Ουπανισάντ, Ραμαγιάνα, Ζεντ Αβέστα, Αγία Γραφή, Κοράνι, κ.α.) ώστε να γίνουν "άνθρωποι του ενός βιβλίου" με παρωπίδες, μακριά από κάθε κριτική και συγκριτική θρησκειολογική έρευνα.
7.  Θεωρείται ως μία εξουσία, όπως η πολιτική εξουσία, με την οποία συμπορεύεται και συχνά την επικαλύπτει.
8.   Ο πιστός έχει διάθεση ενοχής ταπεινού δούλου προς Δυνάστη. Γιατί η θρησκευτική εξουσία, λίγο πολύ ασκεί μία πνευματική τρομοκρατία ιδίως στον απαίδευτο λαό, απειλώντας τον με την κόλαση για την αμαρτωλότητά του. Έτσι του εμφυτεύει μία δια βίου ενοχή και συνακόλουθα τον καθιστά ευάλωτο και υποχείριο της. (Ιάσων Ευαγγέλου, «Ποιος ήταν ο Γιεσούχα»).
  Ο όρος θρησκευτικό συναίσθημα (θρησκευτικότητα) περιγράφει μία ιδιαίτερη ψυχική κατάσταση, η οποία πηγάζει, είναι απόρροια μιας εξατομικευμένης, στοχαστικής φιλοσοφικής διάθεσης, ενός βαθύτερου υπαρξιακού προβληματισμού, που μπορεί να οδηγήσει είτε στην αποδοχή ενός υπέρτατου όντος ως Δημιουργού παντός ό,τι υπάρχει και ως εγγυητή της αθανασίας του ανθρώπου (θεϊσμός), είτε στην απόρριψη αυτής της ιδέας και στην παραδοχή του αιώνιου, αγέννητου, άχρονου, ανώλεθρου, άφθαρτου Σύμπαντος ως του μόνου όντος, της δε Ύλης ως της μοναδικής συστατικής του ουσίας (αθεϊσμός – υλισμός).
   Υπ’ αυτήν την έννοια θα χρησιμοποιούμε εφεξής τον όρο θρησκευτικό συναίσθημα. Θεωρούμε την επικρατήσασα χρήση του όρου, την ταύτιση δηλαδή του θρησκευτικού συναισθήματος με την θρησκεία, όχι μόνον ατυχή ως ονοματολογία, αλλά υποκριτική, απατηλή, μονοσήμαντη, ακόμη και υποβολιμαία, διότι με τον όρο αυτόν, έτσι διατυπωμένο, υποβάλλεται η ιδέα της θρησκείας ως μοναδικής διεξόδου στην αναζήτηση λύσης στο υπαρξιακό πρόβλημα. Τέτοια παιγνίδια με τις λέξεις είναι ένα από τα συνήθη αθλήματα των εξουσιαστών.

                         (Πηγή εικόνας:afipnisiel.blogspot.gr) 
   Οι θρησκείες είναι δημιουργήματα των κυρίαρχων τάξεων για τους δικούς τους ιδιοτελείς σκοπούς. Κάλλιστα μπορεί να υπάρξουν, και υπάρχουν, θεϊστές χωρίς να πιστεύουν σε καμμία θρησκεία. Και ο αριθμός τους ασφαλώς θα αυξάνονταν, εάν η θρησκεία δεν επιβάλλονταν στους ανθρώπους όταν αυτοί βρίσκονται ακόμη στη νηπιακή τους ηλικία.
   Το θρησκευτικό συναίσθημα δεν είναι ούτε καθολικό ούτε έμφυτο, δεν το έβαλε μέσα μας κάποια υπερφυσική δύναμη, ούτε υπάρχει γονίδιο «θρησκευτικότητας», ούτε υπάρχει εξ υπαρχής της ανθρωπότητας. Ένας μεγάλος αριθμός ανθρωπολογικών μελετών με επιτόπιες έρευνες τις οποίες έκαναν οι επιστήμονες σε πρωτόγονες φυλές, έδειξαν την ανυπαρξία θρησκευτικού συναισθήματος και θρησκείας σε πολλές από αυτές. Για μία μεγάλη περίοδο η ανθρωπότητα έζησε χωρίς καμμία θρησκεία. Άλλωστε η τελευταία πριν πάρει την σημερινή της μορφή πέρασε από πολλά στάδια (ανιμισμός, τοτεμισμός, προγονολατρεία, κ.λ.π.), ανάλογα με τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες της κάθε ιστορικής περιόδου. Τα πάντα ρει, ακόμη και στον χώρο της θρησκείας. Και αυτό σημαίνει ότι και οι σημερινές θρησκείες δεν θα μείνουν αμετάβλητες. Αλλά στο θέμα αυτό θα επανέλθουμε στο τέλος του άρθρου.
   Μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι τόσο οι θεϊστές όσο και οι αθεϊστές έχουν κοινή αφετηρία, το θρησκευτικό συναίσθημα, κοινή αξιωματική αποδοχή, οι πρώτοι μιας υπερφυσικής δύναμης και οι δεύτεροι μιας φυσικής δύναμης, χωρίς να μπορούν και οι μεν και οι δε να αιτιολογήσουν την προέλευσή της, αλλά από εκεί και πέρα οι δρόμοι τους αφίστανται. Το «πίστευε και μη ερεύνα» έχει αναχθεί σε ιδεολογία για τους θρησκευόμενους. Από την πλευρά των οποίων τελευταία προβάλλεται ένα καινοφανές επιχείρημα. Αφού, λένε, η αθεΐα είναι πίστη σε κάτι που κατά την γνώμη τους, δεν υπάρχει, και πίστη σε κάτι που είναι εμφανές σε όλους, και αφού η πίστη χαρακτηρίζει την θρησκεία έπεται ότι η αθεΐα είναι θρησκεία. Συνεπώς, όλοι οι άνθρωποι είναι θρησκευόμενοι. Το επιχείρημα αυτό θυμίζει την λογική του «ο χωροφύλαξ είναι μπουζούκι». Η αθεΐα δεν είναι θρησκεία. Και τούτο γιατί:
1. δεν έχει δικά της δόγματα, μυστήρια, τελετουργίες, θρησκευτικούς ηγέτες, ούτε την γνωστή ιεραρχία των αυτόκλητων μεσαζόντων προς τον θεό.
2.  δεν έχει δικούς της πιστούς με ενιαίες πεποιθήσεις και φανατισμό.
3. δεν έχει σωτηριολογικό (μυστικιστικό) περιεχόμενο για την ανθρώπινη ψυχή, αλλά ούτε και εσχατολογικές θεωρίες.
4. δεν τοποθετεί κανέναν Θεό-Δημιουργό στην αρχή του άναρχου Σύμπαντος, ο οποίος βρίσκεται έξω από αυτό το Σύμπαν και εξουσιάζει τα πάντα.
5. το θρησκευτικό συναίσθημα δεν είναι επιταγή κάποιου θεού, αλλά ιδιότητα του ανθρώπου.
6.  η ηθική εδώ είναι ανθρωποκεντρική και όχι θεοκεντρική.
     Την καλύτερη, όμως, απάντηση έχει δώσει ο Paul Holbach (1723-1789): «Τι είναι στην πραγματικότητα, άθεος; Είναι ένας άνθρωπος που διαλύει χίμαιρες επιβλαβείς για το ανθρώπινο γένος, προκειμένου να επαναφέρει τους ανθρώπους στην φύση, στην εμπειρία, στην λογική. Είναι ένας στοχαστής που, έχοντας συλλογιστεί την ύλη, την ενέργειά της, τις ιδιότητες και τους τρόπους δράσης της, προκειμένου να ερμηνεύσει τα φαινόμενα του σύμπαντος και τις λειτουργίες της φύσης, δεν χρειάζεται να φανταστεί δυνάμεις ιδεατές, πλασματικές διάνοιες, όντα νοήμονα, τα οποία, αντί να συνδράμουν στην καλύτερη γνώση αυτής της φύσης, απλώς την καθιστούν δύστροπη, ανεξήγητη, αγνώριστη, ανώφελη στην ευτυχία των ανθρώπων» (The System of Nature, 1770).
   Ποιες είναι, όμως, οι πηγές του θρησκευτικού συναισθήματος, πως και γιατί δημιουργούνται οι θρησκείες; Θα παραθέσουμε τα χαρακτηριστικότερα αποσπάσματα διανοητών και επιστημόνων που ασχολήθηκαν με το θέμα αυτό.
· Κατά τον Sigmund Freud (1856-1939) η θρησκεία προέρχεται από την ανάγκη να αμυνθεί ο άνθρωπος απέναντι στις υπερδυνάμεις της φύσης και της μοίρας. Προσπαθώντας, όμως, στην αδυναμία και αμηχανία του να συνδεθεί μ' αυτές τις υπέρτατες δυνάμεις και να τις επηρεάσει, καταλήγει να τις ανθρωποποιήσει. Αλλά μη μπορώντας να συναναστρέφεται μ' αυτές όπως με ομοίους του, δεν τις κάνει απλώς ανθρώπους, αλλά τις δίνει πατρικά χαρακτηριστικά. Στην ενέργεια του αυτή κινείται υποσυνείδητα από νηπιακά βιώματα και πρότυπα: όπως σε περιπτώσεις δυσκολιών στρεφόταν προς τους γονείς και ιδιαίτερα προς τον πατέρα έτσι και κατόπιν ο αδύναμος άνθρωπος δημιουργεί πατρικούς θεούς ή εθνικούς θεούς, που από τη μια φοβάται και από την άλλη αγαπά και επιζητεί σ' αυτούς παρηγοριά και ασφάλεια.
                        (Πηγή εικόνας:www.antinews.gr) 
Η νοσταλγία του πατέρα, ως κύρια αιτία γένεσης της θρησκείας, δεν προέρχεται μόνον από τις παιδικές μέρες κάθε ανθρώπου, αλλά και από την αρχαϊκή περίοδο του ανθρώπινου γένους. Τότε ο πατέρας της αρχαϊκής ομάδας ήταν η δεσπόζουσα μορφή, που αποφάσιζε, διέταζε και όριζε τον τρόπο συμβίωσης της ομάδας. Αυτός ο πατέρας έγινε το πρότυπο σύμφωνα με το οποίο οι μετέπειτα γενεές σχημάτιζαν την εικόνα τους για τον Θεό.
Επειδή η θρησκεία έχει μεγάλη επιρροή στην ζωή των ανθρώπων, πρέπει να ξεπεραστεί και να αντικατασταθεί. Όποιος πιστεύει στον Θεό παραμένει σ' όλη του την ζωή εξαρτημένος. Αυτό τον κάνει να νηπιάζει και τον εμποδίζει να ανεξαρτητοποιηθεί. Η θρησκεία είναι ένας «ψυχικός νηπιασμός» από τον οποίο πολιτιστικώς πρέπει να περάσει ο καθένας, στον δρόμο του από την παιδικότητα στην ωριμότητα. Ο άνθρωπος, όμως, πρέπει να ωριμάσει. Αυτό θα το επιτύχει: α) Με την «επιστημονική κοσμοθεωρία». Αυτή που στηρίζεται στην λογική και στις γνώσεις που αποκτήθηκαν από την επαλήθευση και την εμπειρία, και απορρίπτει τις αυταπάτες. Αυτή θα πάρει την θέση που κατείχε η θρησκεία. β) Με μία «αγωγή που να οδηγεί στην πραγματικότητα». Είναι απαραίτητο να συγκεντρώσει όλες τις απελευθερωμένες δυνάμεις του στην επίγεια ζωή. γ) Με την «ηθικότητα». Για να διατηρηθεί η απαραίτητη ηθικότητα, χρειάζεται ορθολογική κοσμοθεωρία, που να οδηγεί σε μία ανθρωποκεντρική ηθική ελεύθερων ατόμων με σωστή κοινωνική συνείδηση. Σε γενικές γραμμές ισχύει το ότι «η μεταφυσική ανάγεται στην ψυχολογία». Ο άνθρωπος δημιουργεί έναν ηθικό νόμο, έναν νόμο θεοκεντρικό, που τον θεωρεί ως εξουσιαστικό Υπερ-εγώ. Αυτό επιδρά σαδιστικά στο Εγώ, ως όργανο κριτικό ή τιμωρό και του δημιουργεί μαζοχιστικά συναισθήματα ενοχής και ανάγκη αυτοτιμωρίας, για να εξαγοράσει την άφεση των αμαρτιών, την δικαίωση και την λύτρωση. Κάθε «εξ αποκαλύψεως» κυρίως θρησκεία καλλιεργεί αυτό το σαδομαζοχιστικό σύνδρομο στους πιστούς της. Η σωτηρία της ψυχής δια της τιμωρίας του Εγώ από το Υπερ-Εγώ: τον θεϊκό νόμο.
·  Και ο Jung (1875-1961) συμπληρώνει: «Από το πλούσιο περιεχόμενο του Ασυνείδητου, σαν ψυχικές προβολές, προέκυψαν οι Θεοί και οι Δαίμονες. Το καθολικό – πανανθρώπινο ασυνείδητο περιέχει και ένα Υπερφυσικό αρχέτυπο που προβάλλεται ως Θεός».
                        (Πηγή εικόνας:www.oxafies.com) 
·  «Η έννοια του Θεού σχηματίζεται ως εξής: ό,τι λείπει στον άνθρωπο, αυτό είναι Θεός … ό,τι ο άνθρωπος επιθυμεί να είναι, αυτό τον κάνει Θεό. Δηλαδή ο άνθρωπος βγάζει από μέσα του προς τα έξω την υπόσταση και ουσία του, την βλέπει ως κάτι που υπάρχει μακριά από τον εαυτό του και χωρισμένο απ' αυτόν. Το προβάλλει ως μία ανεξάρτητη μορφή στον ουρανό, στο υπερπέραν, το ονομάζει Θεό, το προσκυνάει και το λατρεύει. Η έννοια του Θεού δεν είναι τίποτε άλλο παρά μία προέκταση, μία αυτοπροβολή του ανθρώπου προς τα έξω, ένα ανθρώπινο φαντασιακό και απατηλό κατα­σκεύασμα.
Αρχή, κέντρο και τέρμα κάθε θρησκείας είναι ο ίδιος ο άνθρωπος. Η θρησκεία είναι η αυτολατρεία του ανθρώπου. Μόνο που η λατρεία αυτή, αντί να γίνεται στον ίδιο, απευθύνεται προς τον εαυτό του που τον πρόβαλε προς τα έξω και προς τα πάνω, με αποτέλεσμα την αλλοτρίωση και την φτώχεια του. Όταν δηλαδή ο άνθρωπος γίνεται «θρησκευτικός», αποξενώνεται από την αληθινή ουσία και εφοδιάζει τον Θεό (που είναι μόνον η φαινομενική ουσία της θρησκείας) με τους θησαυρούς του εσωτερικού του. Ο φτωχός άνθρωπος έχει έτσι έναν πλούσιο Θεό, ενώ ο εαυτός του είναι διχασμένος, αλλοτριωμένος, εσωτερικά φτωχός. Στο ερώτημα «τι πρέπει να γίνει;», η απάντηση είναι: Θεός και άνθρωπος να γίνουν από δύο ένα, δηλαδή μόνον άνθρωπος.
[...] Ολόκληρη η δογματική και η μυστηριακή δομή του Χριστιανισμού είναι έξω από τον ορθό λόγο. Κι αυτό έχει επίπτωση και στην γνησιότητα της ηθικής συμπεριφοράς. Γενικά όπου η θρησκεία έρχεται σ' αντίθεση με τον ορθό λόγο, έρχεται πάντα σ' αντίθεση με την ηθική έννοια. Μονάχα με την έννοια της αλήθειας δίνεται και η έννοια του καλού. Η μετριότητα της νοημοσύνης είναι επίσης και μετριότητα της καρδιάς. Εκείνος που εξαπατά την νοημοσύνη του και της ψεύδεται, δεν έχει και μία φιλαλήθη και τίμια καρδιά. η σοφιστική διαφθείρει ολόκληρο τον άνθρωπο» (Ludwig Feuerbach, 1804-1872, «Ουσία του Χριστιανισμού» Κεφ. Β. VII).
· Ο Immanuel Kant στο έργο του «Opus postumum» («Τελευταίο έργο») αποφαίνεται κατηγορηματικά ότι «ο Θεός είναι μία νοητική ιδέα, μία ιδεατή υπόσταση που εμείς οι ίδιοι μέσα μας δημιουργούμε, για να εκφράζει ως «πρόσωπο» ιδεατό το δίκαιο και την ηθική βούληση. Η ιδέα του Θεού είναι ένα πλάσμα της φαντασίας του ανθρώπου. Είναι η ιδέα ενός ύψιστου όντος που διατάσσει την εκτέλεση του ηθικού καθήκοντος και την διακονία της  δικαιοσύνης. Ο Θεός είναι μία ηθική σχέση μέσα μας και όχι μία προσωπική υπόσταση έξω από εμάς».
· Ο G. Carlin παρατηρεί με τρόπο καυστικό: «Η θρησκεία έχει κατορθώσει να πείσει τον κόσμο ότι υπάρχει ένας αόρατος άνθρωπος - που ζει στον ουρανό - ο οποίος παρακολουθεί ο,τιδήποτε κάνεις, κάθε στιγμή της κάθε ημέρας. Και ο αόρατος άνθρωπος έχει έναν ειδικό κατάλογο από δέκα πράγματα που δεν θέλει να κάνεις. Και εάν κάνεις ο,τιδήποτε από τα δέκα αυτά πράγματα, έχει ένα ειδικό μέρος για εσένα - γεμάτο φωτιά και καπνό και πόνο και βασανιστήρια και οδύνη - στο οποίο θα σε στείλει για να ζήσεις και να υποφέρεις και να καίγεσαι και να πνίγεσαι και να ουρλιάζεις και να κλαις αιωνίως μέχρι το πλήρωμα του χρόνου… Και όμως, Αυτός σε αγαπάει!».
                         (Πηγή εικόνας:www.freeinquiry.gr) 
· «Η θρησκευτική – μυστηριακή σφαίρα είναι μία μυθική σφαίρα σκέψης που με υπερβατικές συλλήψεις και παραστάσεις φαντασιακές εξηγεί το νόημα του κόσμου, σε ολόκληρη την προεπιστημονική περίοδο της ανθρωπότητας. Η θεολογική γλώσσα είναι μία ξύλινη δογματική γλώσσα με παραπειστικές ερμηνείες του αγνώστου, με σοφίσματα διαστροφικά της αλήθειας και με συμβολισμούς, παραβολές και παρομοιώσεις αποπροσανατολισμών. Σήμερα η ιστορικο-κριτική έρευνα και η συγκριτική θρησκειολογία – με την βοήθεια της προηγμένης τεχνολογίας – επαναπροσδιορίζει και απομυθοποιεί το θρησκευτικό φαινόμενο. Τα αδιέξοδα της δογματοπαγούς απολογητικής θεολογίας, που δεν πείθει την νεότερη επιστημονική σκέψη, αίρονται με την γόνιμη προβληματική και επιχειρηματολογία των ερευνητών με την ευρυγώνια αντίληψη…
Ο χριστιανικός θεοκεντρισμός και μισανθρωπισμός, που εκτόπισε τον ελληνικό ανθρωποκεντρισμό, αντικατέστησε την χαρά της ζωής με την δεισιδαιμονία και την φοβία του αμαρτωλού δούλου. Με δίγλωσσες και αμφίσημες «αλήθειες» και σοφίσματα αντικατέστησε τον καθαρό ελληνικό λόγο και παρέσυρε ακόμα και πεπαιδευμένους ιδεαλιστές, στην πίστη ενός «θεόπνευστου» μύθου…
Στην Ελλάδα, επί 2000 χρόνια, η χριστιανική μισαλλοδοξία εξοστράκισε βάναυσα την κριτική της ανεξιθρησκείας και ύψωσε κυριαρχικά το λάβαρο της ανορθόλογης πίστης επάνω στον "τάφο" του ορθού Λόγου. Αλλά τα σπέρματα που θάβονται, κάποτε φυτρώνουν. Και τα σπέρματα αυτά έχουν ζωή πάνω από 5.000 χρόνια, σε σύγκριση με τα 2.000 του χριστιανισμού…» (Ιάσων Ευαγγέλου, γιατρός-συγγραφέας).
· Ο Γάλλος φιλόσοφος M. Guyau (1854-1888) στο έργο του «Στοιχεία ελευθέρας ηθικής» υποστηρίζει πως ο άνθρωπος, επειδή δεν μπόρεσε ποτέ να συμβιβαστεί με την ιδέα του θανάτου, επινόησε έναν θεό παντοδύναμο που θα τον έσωζε από τον θάνατο. Ο πόθος της αθανασίας, βασισμένος στην ανθρώπινη ματαιοδοξία, γέννησε έναν θεό σωτήρα του ανθρώπου. Η ψυχή ή τουλάχιστον αυτό που ο άνθρωπος θεωρεί ως ψυχή, φτιαγμένη από την ίδια αθάνατη ουσία του θεού, καθιστά αθάνατο και τον άνθρωπο. Στον Χριστιανισμό ο Θεός με την ανάσταση του ίδιου του του Υιού εγγυάται την αθανασία του ανθρώπου (την εκ νεκρών ανάσταση).
· Ο R. Dawkins στο βιβλίο του «Η περί θεού αυταπάτη» μας λέει: «Το ερώτημα  δεν είναι ποιος  δημιούργησε τον κόσμο, αλλά ποιος  δημιούργησε τον Θεό. Η οργανωμένη πολυπλοκότητα του σύμπαντος δεν μπορεί να εξηγηθεί βάσει κάποιου σχεδιαστή Θεού, διότι ένας Θεός ικανός να σχεδιάσει ο,τιδήποτε, θα ήταν επίσης επαρκώς πολύπλοκος ώστε να απαιτεί μία ειδική εξήγηση ο ίδιος. Γι’ αυτό και μόνο, ο Θεός είναι ένα πάρα πολύ απίθανο ενδεχόμενο».
· «Οι ιερείς των διαφόρων θρησκειών τρέμουν την πρόοδο της επιστήμης, όπως οι μάγισσες τρέμουν τον ερχομό της αυγής, και δυσανασχετούν απέναντι στο μοιραίο άγγελμα που προμηνύει τον κατακερματισμό της απάτης από την οποία ζουν» (Thomas Jefferson).
· «Σε κάθε χωριό υπάρχει ένας πυρσός: ο  δάσκαλος, και ένας πυροσβέστης:  ο κληρικός»  (Victor Hugo).
                (Πηγή εικόνας:apeleytheros.wordpress.com) 
·  Ο Γιάνης Κορδάτος στην εισαγωγή του βιβλίου του «Αρχαίες Θρησκείες και Χριστιανισμός»  εξηγεί με ποιο τρόπο γεννήθηκαν οι θρησκείες: «Τη θρησκεία λοιπόν πρέπει να την εξετάσουμε σαν ένα από τα ιδεολογικά φαινόμενα της ανθρώπινης Ιστορίας. Από τις έρευνες και τις μελέτες τής συγκριτικής γλωσσολογίας είναι βεβαιωμένο πως το πρώτο ιδεολογικό φαινόμενο που παρουσιάστηκε στην αν­θρώπινη κοινωνία (στην εποχή που άρχισε ο άνθρωπος να βγαίνει από τη χτηνώδικη κατάσταση του) ήταν η ομιλία (έναρθρος λόγος).
        (Πηγή εικόνας:www.paratiritis-news.com) 
Η γένεση του λόγου έχει στενή σχέση με την πορεία της ανά­πτυξης της εργασίας. Αρχικά, πάνω στη δουλειά, βγήκαν οι φωνές της δουλειάς. Είναι εξακριβωμένο επιστημονικά πως ο άν­θρωπος όταν κάνει μια άσκηση, ή άσκηση του αυτή έχει επίδραση (αντανάκλαση) στα φωνητικά του όργανα. Κ’ έτσι χωρίς να το θέλει βγάζει κάτι φωνές που του φαίνονται πως ταιριάζουν στις κινήσεις και τις προσπάθειες που κάνει…
Οι φωνές αυτές, τα «επιφωνήματα» όπως τα λένε, είναι το πρω­ταρχικό φαινόμενο τής κουβέντας. Επειδή δε στην εποχή εκείνη η ομαδική ζωή των ορδών ήταν κάτι παραπάνω από ομοιόμορφη γιατί ζούσαν κάτω από τις ίδιες φυσικές συνθήκες και με τις ίδιες ανάγκες, τα τέτοια επιφωνήματα σιγά - σιγά έγιναν σύμβο­λα, εικόνες (λέξεις) της τέτοιας ή τέτοιας δουλειάς από την ο­ποία έβγαιναν.
Κ' έτσι με το πέρασμα του χρόνου από απλές φωνές (λέξεις), έγιναν σύνθετες, όπως παράλληλα και η βάση τους: η εργασία εξελίχθηκε από απλή σε πολύπλοκη (σύνθετη).
Ύστερα από χιλιάδες χρόνια οι λέξεις αυτές έγιναν ακόμα πο­λυσύνθετες και σιγά - σιγά με το μεγάλωμα και τις μεταναστεύσεις των φυλών εξελίχθηκαν σε διαλέκτους…
Η σκέψη είναι υστερόχρονο ιδεολογικό φαινόμενο. Έρχεται πολύ αργότερα. Η σκέψη εκφράζει, αντιπροσωπεύει μια εσωτε­ρική ομιλία. Όταν σκέφτομαι δεν έχω μονάχα στο μυαλό λέξεις πού συμβολίζουν αυτό ή τούτο το αντικείμενο, αλλά και έννοιες πού εκφράζονται με πολλές λέξεις. Το περιεχόμενο λοιπόν της σκέψης είναι μαζί πολλές σκέψεις, δηλαδή Ιδέες. Οι ιδέες όμως προϋποθέτουν ένα ανώτερο στάδιο εξέλιξης.      
Άρα η σκέψη βγήκε από το λόγο (ομιλία)…
Με το πέρασμα λοιπόν του χρόνου ολοένα η γλώσσα του πρω­τόγονου πλουτιζότανε. Στην αρχή οι λέξεις και οι απλές έννοιες χρησίμευαν ως παρακινήσεις και προσπάθειες για τη δουλειά. Αρ­γότερα σιγά-σιγά χρησίμεψαν σαν μέσο για τη διατήρηση και τη μετάδοση στους νεότερους της πείρας που ολοένα συγκεντρωνόταν από τα περασμένα πάνω στα ζητήματα της οργάνωσης της παρα­γωγής. Και πιο ύστερα, με τον πλουτισμό του γλωσσικού λεξιλο­γίου και το μεγάλωμα παράλληλα των παραγωγικών δυνάμεων, άρχισε η περιγραφή των φαινομένων του φυσικού κόσμου…
Από όλες αυτές τις ανάγκες πλούτισε η γλώσσα και παράλ­ληλα αναπτύχθηκε η πρωτόγονη ιδεολογία.
Η ιδεολογία όμως αυτή δεν έχει καμιά σχέση με ό,τι λέμε σή­μερα φιλοσοφία. Η πρωτόγονη ιδεολογία αντικαθρέφτιζε τις μορ­φές της παραγωγής, ενώ η φιλοσοφία και στην πιο απλή και αρ­χαία μορφή της προϋποθέτει κάπως συστηματοποιημένες ιδέες. Αλλά στην εποχή αυτή οι ιδέες ήταν ακόμα μονοκόμματες, μονό­πλευρες. Είχαν άμεση σχέση με την εξέλιξη της εργασίας και με ορισμένο κύκλο φυσικών φαινομένων που επιδρούσαν πάνω στις σχέσεις της εργασίας. Αργότερα, όπως ήταν φυσικό, με την εξέ­λιξη των παραγωγικών σχέσεων με την τελειοποίηση των εργα­λείων κλπ. δημιουργήθηκαν πολλές έννοιες (ιδέες) που άρχισαν να μπαίνουν σε κάποια συστηματοποίηση.
Η εποχή αυτή είναι η εποχή της φιλοσοφικής σκέψης. Δηλα­δή οι άνθρωποι της εποχής εκείνης (της σχετικά εξελιγμένης), οι πατριάρχες, οι ιερείς, άρχισαν με τη συστηματοποίηση (επιλο­γή και ταξινόμηση) των ανάκατων ιδεών πάνω στα ζητήματα της παραγωγής και της κοινωνικής ζωής να βγάζουν ορισμένους κα­νόνες καθοδηγητικούς της ορδής, (πότε πρέπει να γίνεται η σπο­ρά, πότε το κυνήγι, πώς νά προλαβαίνονται οι πλημμύρες κλπ.). Οι πρώτοι αυτοί «φιλόσοφοι» ήταν ιερείς και πατριάρχες μαζί. 
        (Πηγή εικόνας:www.neraidokiklos.gr) 
Η θρησκεία την εποχή αυτή παρουσιάζεται ως φιλοσοφία. Θρησκεία και φιλοσοφία (τότε δεν υπήρχαν ειδικευμένες επιστήμες) ήταν ακόμα αχώριστες.
Εφόσον λοιπόν δεν υπήρχε κάποια φιλοσοφία, και το ιδεολογικό φαινόμενο της θρησκείας ήταν ανύπαρκτο. Και η αιτία είναι γιατί η θρησκεία αντιπροσωπεύει ένα σύστημα από καθορισμένες ι­δέες (πίστη στην επίδραση των πνευμάτων ή των θεών πάνω στις κοινωνικές παραγωγικές σχέσεις κλπ.) πού δικαιολογούν την ύ­παρξη της. Χωρίς την κάποια συνάρτηση και συστηματοποίηση των τέτοιων ιδεών η θρησκεία είναι ανύπαρκτη σαν ιδεολογικό φαινόμενο.
Έπρεπε να εξελιχτεί, να προοδέψει η πρωτόγονη ανθρώπινη κοινωνία για να δημιουργηθεί η ιδέα της θρησκείας (της πίστης κλπ. σε υπερφυσικές δυνάμεις).
Η μετάβαση αυτή δεν έγινε φυσικά απότομα. Η εξέλιξη (ε­πηρεασμένη πάντα από διακυμάνσεις ιστορικοκοινωνικές) στα πα­λιά εκείνα τα χρόνια είναι πολύ αργητή. Όπως πριν αρχίσει να φιλοσοφεί ο πρωτόγονος άνθρωπος,  δηλαδή να συστηματοποιεί μ' ένα καθορισμένο οπωσδήποτε τρόπο τις ιδέες του για τα γύρω του φαινόμενα (άσχετο αν πολύ επιπόλαια) έζησε χρόνια και χρόνια στο στάδιο της προφιλοσοφικής σκέψης, έτσι και η θρη­σκεία δεν παρουσιάστηκε αυτόματα, αλλά διαμορφώθηκε ύστερα από χιλιάδες χρόνια και αφού πέρασε από πολλά προστάδια (ανιμισμός, τοτεμισμός, προγονολατρεία κλπ)».
Συμπερασματικά:
Η θρησκεία είναι ένα ισχυρό όπλο στα χέρια της εκάστοτε κυρίαρχης τάξης, προκειμένου με το λιβάνι της να αποκοιμίζει τις μάζες, καθώς ο καπνός τις μέλισσες και η ίδια να παραμένει ανενόχλητη στην εξουσία απολαμβάνοντας τα προνόμιά της. Αυτό το είχαν καταλάβει, ήδη, από την αρχαιότητα. Η δράση του Πυθαγόρα, στον οποίο αναφερθήκαμε σε προηγούμενο άρθρο, στο οποίο και παραπέμπουμε τον φιλομαθή αναγνώστη, καταδεικνύει του λόγου το αληθές. Όσο θα υπάρχουν εκμεταλλεύτριες τάξεις, όσο δηλαδή η κοινωνία θα είναι ταξική, η θρησκεία θα είναι παρούσα και θα παίζει τον ρόλο της. Σε μία αταξική κοινωνία, θρησκεία και ιερατείο δεν θα υπάρχουν. Γιατί εξ ορισμού δεν θα υπάρχει εκμεταλλεύτρια τάξη, ούτε θα είναι ανάγκη να μηχανεύονται τέτοια τεχνάσματα και να χρησιμοποιούνται τέτοιοι μηχανισμοί. Και ασφαλώς μία τέτοια κοινωνία θα έχει την ανάλογη παιδεία προκειμένου να διαλυθούν τα σκοτάδια των περί θρησκείας αντιλήψεων του παρελθόντος. Μία τέτοια προοπτική φαντάζει μακρινή, ουτοπική. Ονειρευόμαστε, όμως, το αδύνατο, για να γίνει μία ημέρα δυνατό.

   Τα τελευταία χρόνια, παρά τους πανίσχυρους μηχανισμούς των εξουσιαστών, σημειώνεται μία συνεχής αύξηση του αριθμού των άθεων και των άθρησκων. Ταυτόχρονα παρατηρείται μία ανοχή απέναντι στους άθεους από την πλευρά των συστημικών δυνάμεων. Στο όχι και πολύ μακρινό παρελθόν ο άθεος ταυτίζονταν με μία συγκεκριμένη κοσμοαντίληψη, κι αυτό ήταν ιδιαιτέρως ανθυγιεινό για τους άθεους της εποχής εκείνης. Τι συμβαίνει λοιπόν; Έγινε το σύστημα άθεο; Ασφαλώς οι περισσότεροι από αυτούς που στελεχώνουν τα παγκόσμια κέντρα εξουσίας είναι στην πραγματικότητα άθεοι. Και ασφαλώς γελούν και κοροϊδεύουν μ’ αυτά που ξεφουρνίζουν στις μάζες, στα ποίμνια, οι υποτακτικοί τους και τα όργανά τους. Όμως, θα πρέπει να έχουμε υπ’ όψιν ορισμένα πράγματα. Καθώς οι σχέσεις παραγωγής αλλάζουν σε παγκόσμια κλίμακα, αλλάζει και η κοινωνία. Ένας καινούριος κόσμος γεννιέται – δυστυχώς προς το χειρότερο, τουλάχιστον προς το παρόν–, οι θεσμοί αλλάζουν, η θρησκεία, όμως, θα εξακολουθήσει να αποτελεί βασικό στοιχείο του εποικοδομήματος. Με την διαφορά ότι αντί για πολλές θα έχουμε τώρα μία. Ένας κόσμος, μία κοινωνία, μία κυβέρνηση, μία θρησκεία. Η οποία θα εξοστρακίσει τις υπόλοιπες, για την αποδόμηση των οποίων οι δυνάμεις αυτές χρησιμοποιούν κάθε μέσο, συμπεριλαμβανομένης της αθεΐας, εν αγνοία βεβαίως των άθεων. Το ιδεολογικό περιεχόμενο της νέας θρησκείας μπορούμε να το προβλέψουμε με μεγάλη πιθανότητα, δεδομένου ότι τα κέντρα αυτά για την επίτευξη των στόχων τους δεν χρησιμοποιούν τεχνάσματα περισσότερα από τα δάχτυλα του ενός χεριού. Δεν τα αλλάζουν γιατί πάντοτε πετυχαίνουν. Και πετυχαίνουν γιατί έχουν ανθρώπους δικούς τους παντού. Ελέγχουν τα πάντα. Έτσι εάν κανείς σπουδάσει τις μεθόδους τους μπορεί με πολύ μεγάλη πιθανότητα να προβλέψει τις μελλοντικές τους κινήσεις και να εξηγήσει τα όσα συμβαίνουν σήμερα. Ήδη το εορτολόγιο της νέας αυτής θρησκείας γιορτάζεται, και όλοι σχεδόν δεν το έχουν πάρει χαμπάρι. Δεν ξέρουμε εάν τα σχέδιά τους πετύχουνε. Είναι δυνατοί, αλλά το μέλλον καθορίζεται πιθανοκρατικά και από παράγοντες που τώρα φαντάζουν μικροί και ασήμαντοι, ακόμη και από παράγοντες που δεν έχουν προβλεφθεί. Εκείνο που μπορούμε να πούμε σε όσους έχουν πιαστεί στο δόκανο της θρησκείας και του θεϊσμού είναι το εξής: «άνθρωπε θρησκευόμενε, σεβόμαστε το θρησκευτικό σου συναίσθημα, κατανοούμε τους φόβους σου, λυπούμαστε που δεν καταλαβαίνεις ότι σε κοροϊδεύουν, ότι σε εξαπατούν, θα κάνουμε ό,τι μπορούμε για να απελευθερωθείς από τα δεσμά των προκαταλήψεων, των δεισιδαιμονιών, από τα δεσμά των σκοταδιστικών ιδεοληψιών, που σε κρατούν σκυφτό, άβουλο και άκριτο. Για να μπορέσεις να σταθείς όρθιος, να πατήσεις στα πόδια σου, όπως σου αξίζει, σαν Άνθρωπος, σαν σκεπτόμενο όν, και όχι σαν ασκί που το γεμίζουν με χίλιες δυό ανοησολογίες οι τωρινοί, οι μελλοντικοί, οι παντοτινοί σου εκμεταλλευτές».







                                    http://pyraeizoon.blogspot.gr/2013/07/blog-post_22.html